Η παραβολή του ασώτου υιού.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ' ΛΟΥΚΑ (Λουκά κεφ. ιέ' στίχοι 11-32)
Η παραβολή του ασώτου υιού.
Α' ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Εκκλησία μας διαβάζει την παραβολή του ασώτου γιου τη δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου. Η σημερινή παραβολή θέλει να μας διδάξει την άπειρη αγάπη, που έχει ο Θεός για κάθε άνθρωπο και μάλιστα για τον αμαρτωλό. Όταν ο άνθρωπος δεχτεί μέσα του την αγάπη του Θεού, τότε ο δρόμος της αληθινής μετάνοιας είναι εύκολος. Ο Ουράνιος Πατέρας μας περιμένει με ανοιχτή την αγκαλιά να γυρίσουμε στην αγάπη του πατρικού μας σπιτιού, δηλαδή στον Παράδεισο, όπου ο άνθρωπος ζει αιώνια μαζί με το Θεό.
«Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. Καὶ δίειλεν αὐτοῖς τὸν βίον. Καὶ μετ' οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἷ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. Εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι; ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου· οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποιῆσαν μὲ ὡς ἕνα τῶν μισθίων σοῦ. Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱὸς- πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἢν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἢν καὶ εὑρέθη. Καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. Ἢν δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ, ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τὶ εἴη ταῦτα. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ ὅτι ὁ ἀδελφὸς σοῦ ᾔκει καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. Ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· Ἰδοὺ τοσαύτα ἔτη δουλεύω σοὶ καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἐριφον, ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ. Ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφα γών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σῦ πάντοτε μετ' ἐμοῦ εἰ, καὶ πάντα τὰ ἐμᾶ σά ἐστιν· εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἕδει, ὅτι ὁ ἀδελφὸς σοῦ οὗτος νεκρὸς ἢν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἢν Καὶ εὑρέθη».
| Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή. Ένας άνθρωπος είχε δυο γιους. Και είπε ο πιο μικρός από αυτούς στον πατέρα του· πατέρα, δώσ’ μου, το μερίδιο που μου ανήκει από την περιουσία. Και τους μοίρασε την περιουσία. Και ύστερα από λίγες μέρες τα μάζεψε όλα ο μικρότερος γιος και έφυγε σε μακρινή χώρα· και εκεί διασκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή. Και όταν αυτός τα ξόδεψε όλα, έπεσε μεγάλη πείνα σ' εκείνη τη χώρα· και αυτός άρχισε να στερείται. Τότε πήγε και προσκολλήθηκε σ' έναν από τους πολίτες εκείνης της χώρας και εκείνος τον έστειλε στα χωράφια να βόσκει χοίρους. Και λαχταρούσε να γεμίσει την κοιλιά του από τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι και κανένας δεν του έδινε. Τότε ήρθε στον εαυτόν του και είπε. Πόσοι υπηρέτες του πατέρα μου τρώνε ψωμί και τους περισσεύει και εγώ πεθαίνω της πείνας; Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω· Πατέρα' ήμαρτον στον ουρανό και σε σένα και δεν αξίζω πια να με πεις παιδί σου· κάνε με σαν έναν από τους υπηρέτες σου. Και σηκώθηκε και ήρθε στον πατέρα του. Και ενώ ήταν ακόμη μακριά, τον είδε ο πατέρας του και τον πόνεσε η ψυχή του και έτρεξε και έπεσε στο λαιμό του και τον φίλησε καλά καλά. Τότε του είπε ο γιος· Πατέρα, ήμαρτον στον ουρανό και σε σένα και δεν αξίζω πια να με πεις παιδί σου. Και ο πατέρας είπε στους υπηρέτες του· βγάλτε και φέρτε την πιο καλή φορεσιά και ντύστε τον και βάλτε δαχτυλίδι στο χέρι του και υποδήματα στα πόδια· και φέρτε και σφάξτε το θρεμμένο μοσχάρι, και ας φάμε και ας χαρούμε· γιατί τούτο το παιδί μου ήταν πεθαμένο και ξανάζησε και ήταν χαμένο και βρέθηκε. Και άρχισαν να διασκεδάζουν.
Και ήταν ο μεγαλύτερος γιος του στο χωράφι' και όπως ερχόταν και πλησίασε στο σπίτι, άκουσε όργανα και τραγούδια, και κάλεσε έναν από τους υπηρέτες και ζητούσε να μάθει τι τάχα να ήσαν τούτα. Και ο υπηρέτης του είπε πως ήρθε Ο αδελφός σου και ο πατέρας σου έσφαξε το θρεμμένο μοσχάρι, γιατί τον είδε και ήρθε πίσω γερός. Τότε Οργίστηκε και δεν ήθελε να μπει στο σπίτι. Βγήκε λοιπόν ο πατέρας του και τον παρακαλούσε. Και εκείνος αποκρίθηκε και είπε στον πατέρα· τόσα χρόνια σε δουλεύω και ποτέ δεν παραμέλησα εντολή σου, και ποτέ δεν έδωκες σε μένα ένα κατσίκι για να διασκεδάσω με τους φίλους μου· αλλά όταν ήρθε τούτος ο γιος σου, που σου έφαγε όλο το βίος με τις αμαρτωλές, έσφαξες για χάρη του το θρεμμένο μοσχάρι. Τότε Ο πατέρας του είπε· παιδί μου, συ πάντα είσαι μαζί μου και όλα τα δικά μου είναι δικά σου· αλλά έπρεπε να διασκεδάσουμε και να χαρούμε, γιατί τούτος ο αδελφός σου ήταν πεθαμένος και ξανάζησε και ήταν χαμένος και βρέθηκε. |
Γ. ΑΝΑΛΥΣΗ-ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ
1. Η αμαρτία που έκανε ο νεότερος γιος της παραβολής είναι ότι έφυγε μακριά από το σπίτι του πατέρα του. Βέβαια αυτό δείχνει πως δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τον εγωισμό της ηλικίας του. Νόμιζε πως μόνος του μπορεί να τα καταφέρει και επομένως δε χρειαζόταν την κηδεμονία του πατέρα του. Άλλωστε είχε και ένα σωρό χρήματα, που πήρε από το μερίδιο της πατρικής περιουσίας. Ο άσωτος γιος στη μακρινή χώρα ξόδεψε όλα τα χρήματα του «ζών ασώτως». Ύστερα όμως βρέθηκε σε μια φοβερή πείνα και το χειρότερο πως αισθανόταν μονάχος του στην ξενιτιά. Προσπαθούσε να χορτάσει την πείνα του με τα ξυλοκέρατα των χοίρων. Μα και αυτά δεν του τα έδιναν τα αφεντικά που δούλευε ως χοιροβοσκός. Αυτό που έπαθε ο άσωτος γιος είναι κατάντημα κάθε ανθρώπου, που ξεμακραίνει από το Θεό και την Εκκλησία. Νιώθει πραγματική πείνα και γύμνια πνευματική. Όλοι οι άλλοι αρχίζουν να τον εγκαταλείπουν και να τον περιφρονούν, όταν μάλιστα αντιληφθούν πως τέλειωσαν τα χρήματα και η περιουσία του.
2. Ο άσωτος γιος μέσα στη συμφορά του θυμήθηκε αμέσως το πατρικό σπίτι. Ξαναγύρισε στον εαυτό του, λέγει το Ευαγγέλιο. Άρχισε να ξαναζεί την αγάπη του πατέρα του, που την σκορπούσε στα παιδιά του και σ' όλους τους υπηρέτες του. Τώρα λαχταράει να ξαναζήσει στην αγάπη του πατέρα του. Γι' αυτό και παίρνει την απόφαση της επιστροφής. Η συνάντηση του πατέρα με τον άσωτο γιο είναι πολύ ανθρώπινη και συγκινητική. Ο πατέρας που τον περίμενε πάντα να ξαναγυρίσει, έτρεξε πρώτος και μόλις τον συνάντησε, άρχισε να τον φιλάει καλά - καλά. Μέσα σ' αυτό τον ωκεανό της πατρικής αγάπης ο άσωτος πρόλαβε μόνο να πει: «Πατέρα, ήμαρτον στον ουρανό και σε σένα και δεν αξίζω πια να με λες παιδί σου». Ο πατέρας έδωσε εντολή να αρχίσει το πανηγύρι της χαράς και της ευτυχίας, με την ετοιμασία του τραπεζιού, που θα στολιζόταν με το θρεμμένο μοσχάρι.
3. Μέσα στη χαρά όμως αυτή υπάρχει και η παραφωνία στη διαγωγή του μεγαλύτερου γιου. Ήταν ο φρόνιμος και ο υπάκουος. Όλες τις αρετές τις είχε, αλλά δεν είχε στην καρδιά του καθόλου αγάπη. Γι' αυτό και διαφώνησε και φιλονίκησε με το στοργικό πατέρα του. Δεν μπόρεσε σ' όλη τη ζωή του να καταλάβει αυτό που του είπε ο πατέρας του: «Παιδί μου, όλα τα δικά μου είναι δικά σου, γιατί συ πάντα είσαι μαζί μου».
4. Η σημερινή παραβολή μας είναι από τα ωραιότερα κείμενα του Ευαγγελίου. Είναι πολύ σωστό αυτό, που είπαν: « Αν είχε χαθεί ολόκληρο το Ευαγγέλιο, αλλά είχαμε στα χέρια μας μόνο την παραβολή του ασώτου γιου, θα μπορούσαμε να καταλάβουμε τι είναι ο Θεός και η Εκκλησία, γιατί η παραβολή έχει μέσα της τα πάντα». Ο κάθε άνθρωπος παίρνει θάρρος από τη μετάνοια του ασώτου γιου. Ξέρουμε πως ο Θεός-Πατέρας μας περιμένει κάθε μέρα να γυρίσουμε κοντά του. Χρειάζεται να απορρίπτουμε την αμαρτία που μας χωρίζει από το Θεό και να επιστρέφουμε με τη μετάνοια μας στην αγάπη του Θεού. Ο Κύριος μας βεβαιώνει, πως με την επιστροφή του αμαρτωλού στο Θεό, οι άγγελοι πανηγυρίζουν στον ουρανό και χαίρονται για τη σωτηρία του κάθε ανθρώπου.
Δ' ΔΙΔΑΓΜΑ:
«Ο υιός μου νεκρός ην και ανέζησε, Και απολωλώς ην και ευρέθη» (Λουκά κεφ. ιέ' στίχ. 24).
Ε' ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΚΚΛ. ΡΗΤΟΡΩΝ
«Πρόσεχε! Οι παγίδες είναι πολλές. Η αγάπη του Θεού όμως μας έχει δώσει το μεγάλο όπλο της μετάνοιας. Η μετάνοια είναι ο πιο ωραίος και ευθύς δρόμος, που οδηγεί στο πατρικό σπίτι, στην Εκκλησία του Χριστού» (Μητροπολίτου Αλεξ/πόλεως ΑΝΘΙΜΟΥ, Διακονία του Λόγου, Αθήναι 1967, σελ. 258).
ΣΤ ΑΣΚΗΣΕΙΣ - ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
1. Ποια ήταν η αμαρτία του μικρότερου γιου της παραβολής;
2. Τι σου έκανε εντύπωση από τη διαγωγή του ασώτου γιου;
3. Γιατί ο μεγαλύτερος γιος έδειξε αυτή τη διαγωγή;
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου